- συγκαταλέξας
- συγκαταλέξᾱς , σύν , κατά-ἀλέξωraáks̥atiaor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)συγκαταλέξᾱς , σύν , κατά-λέγω 3layaor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)συγκαταλέξᾱς , σύν-καταλέγωlay downaor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.